- ἐπινοήσεων
- ἐπινοήσεω̆ν , ἐπινόησιςthoughtfem gen pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
αυτοκίνητο — Όχημα το οποίο κινείται με κινητήρα που έχει πάνω του και το οποίο δεν σέρνεται από εξωτερική δύναμη. Γενικά χερσαίο όχημα που είναι κατασκευασμένο για να κινείται κατά κανόνα σε δρόμους και αντλεί την απαραίτητη για την κίνησή του ωστική δύναμη… … Dictionary of Greek
ευρέσιος — εὑρέσιος, ὁ (Α) [εύρεσις] (επίθ. τού Διός) προστάτης τών επινοήσεων, τών εφευρέσεων … Dictionary of Greek
κρεβάτι — Έπιπλο πάνω στο οποίο κοιμάται ή αναπαύεται κάποιος. Το κ. αποτελείται από ένα μεταλλικό ή ξύλινο πλαίσιο, στηριζόμενο συνήθως σε τέσσερα πόδια, στο οποίο προσαρμόζεται ένα πλέγμα (σούστα) –μεταλλικό κατά κύριο λόγο– που αποτελεί και τη βάση του… … Dictionary of Greek
παιχνίδι — Οποιαδήποτε ελεύθερη έκφραση σωματικής ή ψυχικής ενέργειας, που δεν κατευθύνεται σε ωφελιμιστικούς σκοπούς, θεωρείται παιχνίδι. Με άλλη έννοια ο όρος περιλαμβάνει και το αντικείμενο με το οποίο παίζει κάποιος. Η ιδέα όμως του π. δεν είναι τόσο… … Dictionary of Greek
Λα Φοντέν, Ζαν ντε- — (Jean de La Fontaine, Σατό Τιερί 1621 – Παρίσι 1695). Γάλλος συγγραφέας. Ξεκίνησε τις σπουδές του στο κολέγιο της γαλλικής πόλης Ρεν, αλλά για πολλά χρόνια εξάσκησε το επάγγελμα του πατέρα του, ο οποίος ήταν επιθεωρητής δασών. Σύντομα εγκατέλειψε … Dictionary of Greek
Μόνμαουθ, Τζέφρι — (Geoffrey Monmouth, Μόνμαουθ περ. 1100 – Σεντ Ασάφ 1154). Άγγλος ιστοριογράφος. Βενεδεκτίνος, σπούδασε στην Οξφόρδη και από το 1152 έγινε επίσκοπος του Σεντ Ασάφ. Έγραψε Ιστορία των βασιλιάδων της Βρετανίας σε δώδεκα βιβλία (περ. 1135 39), που… … Dictionary of Greek